Σύνδεσμος Ελλήνων Εμπορικολόγων
25ο Συνέδριο Εμπορικού Δικαίου, Ναύπλιο,
6-8 Νοεμβρίου 2015
«Σύγχρονα ζητήματα της οικογενειακής επιχείρησης»
Απαντήσεις στο Ερωτηματολόγιο Νομοθετικής Πολιτικής και σχολιασμός των απαντήσεων
Ερωτηματολόγιο
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΕΡΩΤΗΜΑ:
1. Θεωρείτε ότι θα ήταν ενδεδειγμένος ένας νομοθετικός ορισμός της οικογενειακής επιχείρησης (Λύση Α) ή θα πρέπει η οικογενειακή επιχείρηση να ορίζεται από τον εκάστοτε νόμο ανάλογα με το ρυθμιζόμενο αντικείμενο (Λύση Β);
ΛύσηΑ: 38 Λύση Β: 31 ΔΓ/ΔΑ: 3
1Η ΕΝΟΤΗΤΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΩΝ:
ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΜΙΚΡΟΜΕΤΟΧΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΙΣΤΩΤΩΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ
2. Θεωρείτε ότι είναι ενδεδειγμένη η εισαγωγή ειδικών δικαιωμάτων μειοψηφίας, πέραν των προβλεπόμενων, στις οικογενειακές επιχειρήσεις;
ΝΑΙ: 33 ΟΧΙ: 37 ΔΓ/ΔΑ: 2
3. Κρίνετε τους κανόνες που ρυθμίζουν την άσκηση εταιρικής αγωγής ύστερα από αίτημα της μειοψηφίας επαρκείς για την προστασία της τελευταίας, ιδίως όταν η πλειοψηφία απαρτίζεται από τα μέλη μίας οικογένειας;
ΝΑΙ: 24 ΟΧΙ: 42 ΔΓ/ΔΑ: 6
4. Στις προσωπικές εταιρίες-‐φορείς οικογενειακής επιχείρησης, θεωρείτε τις διατάξεις περί
προσωπικής ευθύνης επαρκείς για την προστασία των πιστωτών της εταιρίας;
ΝΑΙ: 63 ΟΧΙ: 9 ΔΓ/ΔΑ: 0
5. Στις κεφαλαιουχικές εταιρείες-‐φορείς οικογενειακής επιχείρησης, θεωρείτε τις διατάξεις περί διατήρησης του μετοχικού/εταιρικού κεφαλαίου και απαγόρευσης διανομής μη πραγματοποιηθέντων κερδών επαρκείς για την προστασία των πιστωτών της εταιρίας;
ΝΑΙ: 25 ΟΧΙ: 39 ΔΓ/ΔΑ: 8
6. Παρέχει η άρση της αυτοτέλειας του νομικού προσώπου του μετόχου/εταίρου κεφαλαιουχικής εταιρείας-‐φορέα οικογενειακής επιχείρησης επαρκή μηχανισμό προστασίας των συμφερόντων των πιστωτών της εταιρίας;
ΝΑΙ: 33ΟΧΙ: 33 ΔΓ/ΔΑ: 6
7. Θεωρείτε πρόσφορη τη θέσπιση ευθύνης των μελών του οργάνου διοίκησης της οικογενειακήςεπιχείρησης ή/και των εταίρων με κυρίαρχη επιρροή σε αυτήν, ώστε να καλυφθούν περιπτώσεις στις οποίες η περιουσία του φορέα της οικογενειακής επιχείρησης αποψιλώθηκε σε τέτοιο βαθμό ώστε η ικανοποίηση των τρίτων δανειστών της να έχει να καταστεί αδύνατη;
ΝΑΙ: 43 ΟΧΙ: 28 ΔΓ/ΔΑ: 1
2Η ΕΝΟΤΗΤΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΩΝ:
ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΤΑΙΡΙΚΗ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ
8. Θεωρείτε ενδεδειγμένη την υιοθέτηση «κώδικα καλών πρακτικών» για τις μη εισηγμένες οικογενειακές επιχειρήσεις ως ισοδύναμο του κώδικα εταιρικής διακυβέρνησης που εφαρμόζεται στις εισηγμένες επιχειρήσεις;
ΝΑΙ: 52 ΟΧΙ: 19 ΔΓ/ΔΑ: 1
9. Σε περίπτωση θετικής απάντησης στο προηγούμενο ερώτημα, θεωρείτε ότι η υιοθέτηση του παραπάνω κώδικα θα πρέπει να αφεθεί στην ιδιωτική πρωτοβουλία (π.χ. ΣΕΒ) (Λύση Α) ή να αποτελέσει ειδική νομοθετική πρωτοβουλία (Λύση Β);
Λύση Α: 23 Λύση Β: 32 ΔΓ/ΔΑ: 17
3ΗΕΝΟΤΗΤΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΩΝ:
ΔΙΑΔΟΧΗ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΚΑΙ ΣΥΝΑΦΗ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ
10. Θεωρείτε ότι είναι ενδεδειγμένη η νομοθετική εύνοια προς την οικογένεια του επιχειρηματία, όταν πρόκειται για τη διαδοχή στην επιχείρηση (Λύση Α), ή μήπως θα ήταν καλύτερα το δίκαιο να μείνει «ουδέτερο», να ρυθμίζει δηλ. τη διαδοχή χωρίς εύνοια προς την οικογένεια (Λύση Β);
Λύση Α: 39 Λύση Β: 31 ΔΓ/ΔΑ: 2
11. Θα πρέπει η δικαστική απόφαση περί εξόδου ή αποκλεισμού εταίρου να ισχύει και στις οικογενειακές εταιρίες κατά τον ίδιο τρόπο που ισχύει στις άλλες εταιρίες;
ΝΑΙ: 51 ΟΧΙ: 18 ΔΓ/ΔΑ: 3
12. Θα πρέπει η παραπάνω σχετική δικαστική απόφαση να είναι προσωρινά εκτελεστή (Λύση Α) ή να ισχύει από την τελεσιδικία της (Λύση Β);
Λύση Α: 30 Λύση Β: 37 ΔΓ/ΔΑ: 5
13. Θα ήταν σκόπιμο να ορισθούν ειδικές διατάξεις για την άρση διαφωνιών σε περίπτωση διμελούς οικογενειακής εταιρίας;
ΝΑΙ: 60 ΟΧΙ: 19 ΔΓ/ΔΑ: 3
14. Θεωρείτε ότι πρέπει να ρυθμισθεί ως ειδική η σχέση των μελών της οικογένειας που απασχολούνται αμισθί στην οικογενειακή επιχείρηση, χωρίς να συνδέονται με αυτήν με σχέση εργασίας ή σχέση εταίρου;
ΝΑΙ: 51 ΟΧΙ: 19 ΔΓ/ΔΑ: 2
15. Θεωρείτε ότι θα ήταν ενδεδειγμένη η εφαρμογή του άρθρου 483 ΚΠολΔ περί επιδίκασης επιχείρησης σε έναν από τους κοινωνούς και σε περίπτωση διενέξεων μεταξύ εταίρων (ή μετόχων) οικογενειακής εταιρίας, να επιδικάζεται δηλ. η επιχείρηση σε εκείνον που, κατά την κρίση του δικαστηρίου είναι πιο ικανός να τη συνεχίσει «κατά τρόπο επωφελή»;
ΝΑΙ: 58 ΟΧΙ: 11 ΔΓ/ΔΑ: 3
16. Θεωρείτε ότι θα ήταν ενδεδειγμένη η εισαγωγή ειδικής ρύθμισης για στην περίπτωση επιδίκασης επιχείρησης κατά την ΚΠολΔ 483, η οποία θα παρέχει στο πρόσωπο στο οποίο επιδικάστηκε η επιχείρηση τη δυνατότητα να καταβάλει σε περιοδικές δόσεις την αποζημίωση που οφείλει στους λοιπούς δικαιούχους, εφόσον τους παράσχει επαρκή ασφάλεια;
ΝΑΙ: 66 ΟΧΙ: 4 ΔΓ/ΔΑ: 2
17. Θεωρείτε ότι θα ήταν ενδεδειγμένη η εισαγωγή μεταβιβάσιμης επικαρπίας (πρβλ. ΑΚ 1166) του επιχειρηματία επί των μετοχών της επιχείρησής του;
ΝΑΙ: 41 ΟΧΙ: 17 ΔΓ/ΔΑ: 14
18. Θεωρείτε ότι θα ήταν ενδεδειγμένη μία νομοθετική παρέμβαση σε μία από τις κεφαλαιουχικές μορφές εταιρίας (ΑΕ, ΕΠΕ, ΙΚΕ) που θα επέτρεπε την έκδοση μίας (προσωποπαγούς) μετοχής με αυξημένα δικαιώματα ψήφου (πχ. αντίστοιχη με τη «χρυσή μετοχή»), η οποία θα έδινε τη δυνατότητα στον ιδρυτή μίας οικογενειακής εταιρίας να διατηρεί τον έλεγχο για όσο χρόνο επιθυμεί (και η οποία θα ακυρώνεται αυτοδικαίως με το θάνατό του), παρόλο που θα έχει μεταβιβάσει όλες του τις μετοχές ή τα μερίδια εν ζωή στα νεότερα μέλη της οικογένειας;
ΝΑΙ: 43 ΟΧΙ: 27 ΔΓ/ΔΑ: 2
19. Θεωρείτε ότι θα ήταν σκόπιμο να επιτραπούν οι συμβάσεις μεταξύ κληρονομουμένου και μελλοντικού κληρονόμου, με τις οποίες ο τελευταίος παραιτείται εκ των προτέρων από τα τυχόν κληρονομικά του δικαιώματα (ιδίως από τη νόμιμη μοίρα), κατ’ απόκλιση της αρχής ότι κληρονομικές συμβάσεις είναι απαγορευμένες (ΑΚ 368);
ΝΑΙ: 35 ΟΧΙ: 36 ΔΓ/ΔΑ: 1
20. Θεωρείτε ότι θα ήταν ορθό να επιτραπούν οι συμβάσεις με τις οποίες ο κληρονομούμενος δεσμεύεται ως προς την αιτία θανάτου διάθεση της περιουσίας του, τουλάχιστον όταν πρόκειται για οικογενειακή επιχείρηση, κατ’ απόκλιση της αρχής ότι κληρονομικές συμβάσεις είναι απαγορευμένες (ΑΚ 368);
ΝΑΙ: 39 ΟΧΙ: 30 ΔΓ/ΔΑ: 3
4ΗΕΝΟΤΗΤΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΩΝ:
ΦΟΡΟΛΟΓΗΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΔΟΧΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ
21. Κρίνετε σκόπιμη την ευνοϊκότερη φορολογική μεταχείριση της μεταβίβασης της οικογενειακής επιχείρησης λόγω δωρεάς/γονικής παροχής σε σχέση προς τη μεταβίβαση αιτία θανάτου;
ΝΑΙ: 56 ΟΧΙ: 15 ΔΓ/ΔΑ: 1
22. Θεωρείτε σκόπιμο να προβλέπεται ευνοϊκότερη φορολογική μεταχείριση, ή και πλήρης απαλλαγή, της μεταβίβασης της οικογενειακής επιχείρησης λόγω συνταξιοδότησης του μεταβιβάζοντος γονέα;
ΝΑΙ: 58 ΟΧΙ: 14 ΔΓ/ΔΑ: 0
23. Κρίνετε σκόπιμη την παροχή φορολογικών πλεονεκτημάτων κατά τη διαδοχή στην οικογενειακή επιχείρηση που θα τελούν υπό την προϋπόθεση της μη μεταβίβασης της επιχείρησης (ή ποσοστού αυτής) για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα;
ΝΑΙ: 49 ΟΧΙ: 22 ΔΓ/ΔΑ: 1
24. Θεωρείτε ότι θα πρέπει να επανέλθει η αυτοτελής φορολόγηση, που ίσχυσε κατά τα έτη 2003 έως 2010, κατά τη μεταβίβαση εταιρικών συμμετοχών λόγω δωρεάς/γονικής παροχής ή κληρονομικής διαδοχής;
ΝΑΙ: 36 ΟΧΙ: 13 ΔΓ/ΔΑ: 23
5ΗΕΝΟΤΗΤΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΩΝ:
ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΠΙΛΥΣΗ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΣΧΕΤΙΖΟΜΕΝΩΝ ΜΕ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ
25. Θεωρείτε ότι θα ήταν επωφελής για τις οικογενειακές επιχειρήσεις η υπαγωγή σε διαμεσολάβηση υποθέσεων που αφορούν τη διαδοχή στις επιχειρήσεις αυτές: (Α) Μόνο για τον σχεδιασμό της διαδοχής (προληπτικά), (Β) μόνο για την επίλυση διαμάχης που απορρέει από τη διαδοχή, (Γ) και στις δύο περιπτώσεις, (Δ) σε καμία περίπτωση;
Λύση Α: 2 Λύση Β: 9 Λύση Γ: 47 Λύση Δ: 10 ΔΓ/ΔΑ: 4
26. Θεωρείτε ότι θα ήταν επωφελής για τις οικογενειακές επιχειρήσεις η υποχρεωτική εκ του νόμου υπαγωγή της υπόθεσης σε διαμεσολάβηση, ως πρώτο στάδιο πριν τη δικαστική επίλυση διαμάχης που αφορά τη διαδοχή;
ΝΑΙ: 40 ΟΧΙ: 29 ΔΓ/ΔΑ: 3
6ΗΕΝΟΤΗΤΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΩΝ:
Η ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΣΕ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ
27. Θεωρείτε ότι η ΕΕ θα πρέπει να αναλάβει ειδικές νομοθετικές πρωτοβουλίες για τις οικογενειακές επιχειρήσεις (Λύση Α), μόνο για τις οικογενειακές επιχειρήσεις με διακρατική δράση (Λύση Β), ή ότι δεν θα πρέπει να αναλάβει καμία δράση (Λύση Γ);
Λύση Α: 30 Λύση Β: 24 Λύση Γ: 13 ΔΓ/ΔΑ: 5
Στις παρατηρήσεις τους, ορισμένοι σύνεδροι επισήμαναν, μεταξύ άλλων, ότι:
• Δεδομένου ότι η ερμηνευτική προσαρμογή υφιστάμενων διατάξεων έχει τα όριά της, πρέπει να παρέμβει ο νομοθέτης.
• Το καθεστώς του κ.ν. 2190/1920 είναι ακατάλληλο για τις οικογενειακές επιχειρήσεις, και ως εκ τούτου πρέπει να παρέμβει ο νομοθέτης. Επισημαίνεται επίσης η ακαταλληλότητα του άρ. 23α του ίδιου νομοθετήματος για τις οικογενειακές επιχειρήσεις, όπως και η ανάγκη αντιμετώπισης άσκησης δικαιωμάτων μειοψηφίας με καταχρηστικό τρόπο.
• Ορισμένες από τις εταιρικές διενέξεις μπορούν να λυθούν με καλύτερες προβλέψεις στο καταστατικό.
• Η απάντηση σε πολλά από τα ερωτήματα εξαρτάται από το κατά πόσο αποτυπώνεται με ακρίβεια η οικονομική κατάσταση της εταιρίας στον ισολογισμό της.
• Πρέπει να ρυθμιστεί η αυτούσια διανομή εταιρικής περιουσίας, σε κάθε τύπο εταιρίας, και από φορολογικής άποψης, όπως και άλλοι τρόποι διανομής χωρίς λύση της εταιρίας.
• Μία λύση για τα τιθέμενα ζητήματα θα ήταν η επανίδρυση των Εμποροδικείων, για ταχύτερη εκδίκαση των υποθέσεων, με ειδικούς δικονομικούς κανόνες.
***
ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΩΝ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΥ
Στο φετινό Συνέδριο του Συνδέσμου Ελλήνων Εμπορικολόγων εγκαινιάστηκε η πρακτική καταγραφής των απόψεων των συνέδρων επί των κύριων ζητημάτων της θεματικής των εισηγήσεων. Η πρακτική αυτή φιλοδοξεί να αποτελέσει κάτι αντίστοιχο ανάλογων προσπαθειών αλλοδαπών οργανώσεων και θα μπορούσε να συμβάλει στη θεωρητική και πρακτική προαγωγή του δικαίου αποκωδικοποιώντας τα σημαντικότερα ζητήματα νομοθετικής πολιτικής που τέθηκαν και προωθώντας τις αντιδράσεις των συμμετεχόντων σε κάθε ενδιαφερόμενο.
Οι απόψεις των συνέδρων λαμβάνουν τη μορφή απαντήσεων επί ερωτηματολογίου (Ερωτηματολόγιο Νομοθετικής Πολιτικής), το οποίο αποτελείται από ερωτήσεις χωρισμένες στις διακριτές θεματικές του συνεδρίου. Στη διατύπωση των ερωτημάτων, τον πρώτο λόγο, ως κατ’εξοχήν αρμόδιοι, είχαν οι ίδιοι οι εισηγητές και οι παρεμβαίνοντες για τις θεματικές στις οποίες ανήκε η εισήγησή τους, υπό την επιμέλεια του Προέδρου του Δ.Σ. του Συνδέσμου κ. Ευ. Περάκη, Ομ. Καθηγητή ΕΚΠΑ και των μελών του ΔΣ του Συνδέσμου κκ. Γ. Τριανταφυλλάκη Καθηγητή ΔΠΘ, Ν. Τέλλη Καθηγητή Α.Π.Θ., Δ.Αυγητίδη, Αν. Καθηγητή Δ.Π.Θ. και Αλ. Ρόκα, Δικηγόρο –Δ.Ν.
Ο σχολιασμός που ακολουθεί βασίζεται στη δομή του ίδιου του ερωτηματολογίου και εστιάζεται κυρίως στα ερωτήματα εκείνα (πολλαπλών επιλογών), η απάντηση των οποίων επέτρεψε να σχηματισθούν «πειστικές» πλειοψηφίες ανάμεσα στους συνέδρους αναφορικά με το τι είναι δικαιοπολιτικώς πρακτέον κατά περίπτωση. Αξίζει, εξάλλου, να επισημανθεί ότι το κύριο σώμα όσων συμμετείχαν στην απάντηση του ερωτηματολογίου αποτελούνταν, βέβαια, από νομικούς (της θεωρίας και της πράξης), πλην όμως δεν έλειπαν και οι παρουσίες από τα οικονομικά επαγγέλματα (λογιστές, οικονομολόγοι, ορκωτοί ελεγκτές) καθώς και επιχειρηματίες. Συνολικά συμπληρώθηκαν 72 ερωτηματολόγια, τα δε συμπεράσματα επί των απαντήσεων που δόθηκαν θα μπορούσαν να συνοψισθούν στα ακόλουθα:
1. Οι σύνεδροι τάχθηκαν κατ’ αρχάς, αν και με ασθενική πλειοψηφία, υπέρ της άποψης ότι χρειάζεται να διατυπωθεί ένας ενιαίος νομοθετικός ορισμός της οικογενειακής επιχείρησης, που να ισχύει συλλήβδην για όλες τις περιπτώσεις.Λαμβάνοντας υπόψη την επισήμανση του Γενικού Εισηγητή Καθηγητή κ. Μιχαλόπουλου ότι στη διεθνή βιβλιογραφία η έννοια της οικογενειακής επιχείρησης οριοθετείται με 90 περίπου διαφορετικούς τρόπους καθώς και το παράδειγμα των ενωσιακών ορισμών, δεν θα πρέπει να αγνοηθεί και η άποψη εκείνων (αρκετών) που προέκριναν η έννοια αυτή να προσδιορίζεται (από το νόμο ή τον εφαρμοστή του) κατά περίπτωση, με βάση την τελολογία της εκάστοτε εφαρμοζόμενης διάταξης. Μια τέτοια ευελιξία μπορεί να μην προωθούσε στο μέγιστο βαθμό την ασφάλεια δικαίου, θα συνέδραμε όμως στην εξεύρεση της κάθε φορά βέλτιστης νομοθετικά λύσης, ανάλογα με το εάν το πεδίο εφαρμογής του ορισμού εντάσσεται στη σφαίρα του εταιρικού, του κληρονομικού ή του φορολογικού δικαίου.
2. Αναφορικά με την πρώτη ενότητα ερωτημάτων, που αναφέρεται στην προστασία της εταιρικής μειοψηφίας και των δανειστών της οικογενειακής επιχείρησης, «πειστικές» πλειοψηφίες σχηματίστηκαν αναφορικά με τα εξής θέματα: πρώτον, ότι όσο στις προσωπικές εταιρίες επαρκεί για την προστασία των εταιρικών πιστωτών το καθεστώς προσωπικής ευθύνης των εταίρων, τόσο στο χώρο των κεφαλαιουχικών εταιριών την προστασία αυτή δεν μπορούν να εγγυηθούν αποτελεσματικά οι διατάξεις περί διατήρησης του μετοχικού/εταιρικού κεφαλαίου και απαγόρευσης διανομής μη πραγματοποιηθέντων κερδών, όπως άλλωστε κατά τις τελευταίες δεκαετίες συχνά επισημαίνεται και στη διεθνή βιβλιογραφία. Κατά δεύτερον, ενώ δεν προκρίνεται η εισαγωγή ειδικών δικαιωμάτων μειοψηφίας στις οικογενειακές επιχειρήσεις, από την άλλη δεν θεωρούνται επαρκώς αποτελεσματικές οι ρυθμίσεις του ισχύοντος δικαίου σχετικά με το δικαίωμα της μειοψηφίας να επιβάλει την άσκηση της εταιρικής αγωγής σε βάρος των εταιρικών διοικητών (π.χ. άρθρο 22β παρ. 1 εδ. 1 κ.ν.2190/1920), ιδίως όταν η εταιρία ελέγχεται πλειοψηφικά από μια οικογένεια. Τέλος ενώ, έστω και διστακτικά, το σώμα των συνέδρων τάσσεται υπέρ της καθιέρωσης ευθύνης σε βάρος των διοικητών ή των εταίρων με κυρίαρχη επιρροή στην οικογενειακή επιχείρηση όταν η αποψίλωση της περιουσίας της καθιστά αδύνατη την ικανοποίηση των δανειστών της, φαίνεται ότι για την επίτευξη του προστατευτικού (για τους δανειστές) αυτού αποτελέσματος δεν προκρίνεται με εμφανή τρόπο η κατασκευή της άρσης (παραμέρισης) της νομικής προσωπικότητας, προφανώς λόγω της ανασφάλειας δικαίου που συνοδεύει την εφαρμογή της, αλλά η νομοθετική καθιέρωση της εν λόγω ευθύνης, προφανώς με κάποια διάταξη παρεμφερή προς αυτήν του άρθρου 98 § 2 του Πτωχευτικού Κώδικα (ν. 3588/2007), με πιο ελαστικές προϋποθέσεις και ευρύτερο πεδίο εφαρμογής. Από πλευράς νομοθετικής πολιτικής, το εύλογο ερώτημα που θέτουν εν προκειμένω οι απαντήσεις έχει να κάνει με το κατά πόσον τα συμπεράσματα περιορίζονται στις οικογενειακές επιχειρήσεις, ή, μπορούν να επεκταθούν αυτούσια και σε κάθε είδος επιχείρησης, εφόσον η οικογενειακή επιχείρηση μπορεί να λάβει τη μορφή πολλών εταιρικών τύπων και να υιοθετήσει οποιοδήποτε μέγεθος και δομή.
3. Με τις απαντήσεις που δίνονται στη δεύτερη ενότητα ερωτημάτων, η οποία αφορά την εταιρική διακυβέρνηση οικογενειακής επιχείρησης, αξιολογείται, βέβαια, ως χρήσιμη η υιοθέτηση «κώδικα καλών πρακτικών», ο οποίος θα λαμβάνει υπόψη του ειδικώς τις ανάγκες των «μη εισηγμένων» οικογενειακών επιχειρήσεων. Πλην όμως, οι σύνεδροι, σε αντίθεση με την διεθνώς κυρίαρχη τάση, δυσπιστούν απέναντι στην αυτορρύθμιση. Προτιμούν έτσι, κατά πλειοψηφία, να αναθέσουν την εκπόνηση ενός τέτοιου κώδικα στον νομοθέτη και όχι στους ιδιωτικούς εκείνους φορείς που εκπροσωπούν τους οικείους επιχειρηματικούς φορείς. Εδώ θα πρέπει να επισημανθεί ότι το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα «κώδικα καλής πρακτικής» που υιοθετήθηκε με τη μορφή δεσμευτικού νομοθετικού κειμένου (ν. 3016/2002 για την εταιρική διακυβέρνηση), δεν φαίνεται να προσέφερε ουσιαστικές λύσεις στα ζητήματα εταιρικής διακυβέρνησης που αναφύονται στο πλαίσιο των ελληνικών επιχειρήσεων και είχε πολύ μικρή πρακτική και νομολογιακή συνεισφορά.
4. Αποτιμώντας τις απαντήσεις που δόθηκαν στα ερωτήματα της τρίτης ενότητας («διαδοχή στην οικογενειακή επιχείρηση και συναφή ζητήματα κληρονομικού δικαίου»), συμπεραίνει κανείς ότι οι σύνεδροι δεν προκρίνουν βέβαια ένα συλλήβδην ειδικό (ενιαίο) δίκαιο οικογενειακών επιχειρήσεων (κάτι τέτοιο θα ήταν άλλωστε και πρακτικώς αδύνατο λόγω της εταιρικής πολυμορφίας που το χαρακτηρίζει) ή αποκλίσεις από τις γενικές διατάξεις, ακόμη και όταν αυτές δεν εμφανίζονται ως τελολογικώς επιβεβλημένες (βλ. ενδεικτικά απαντήσεις στο ερώτημα με αριθ. 11). Πλην όμως, απαιτούν λύσεις ευέλικτες και διαφοροποιημένες, και μάλιστα εν πολλοίς ανεξάρτητα από τον εταιρικό τύπο που ενδύεται κάθε φορά η οικογενειακή επιχείρηση, στο βαθμό που θεωρούν ότι κάτι τέτοιο απαιτείται από τις ιδιαιτερότητες των οικογενειακών επιχειρήσεων. Λύσεις, πάντως, οι οποίες δεν θα θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια του δικαίου (βλ. χαρακτηριστικά την απάντηση στο με αριθ.12 ερώτημα). Στην ενότητα αυτή, συγκεκριμένα, με ιδιαίτερα εύγλωττη πλειοψηφία οι σύνεδροι προκρίνουν:
- αφενός να ορισθούν ειδικές διατάξεις για την άρση διαφωνιών σε περίπτωση διμελούς οικογενειακής εταιρείας, καθώς η εφαρμογή των γενικών διατάξεων στις περιπτώσεις αυτές δεν μπορεί πάντα να αποδώσει ασφαλή και ικανοποιητικά αποτελέσματα (π.χ. αποκλεισμός εταίρου σε διμελή προσωπική εταιρία;),
- και αφετέρου, σε περίπτωση διενέξεων μεταξύ των εταίρων, να είναι δυνατή η εφαρμογή του άρθρου 483 ΚΠολΔ για την επιδίκαση της οικογενειακής επιχείρησης, και μάλιστα ανεξαρτήτως της εταιρικής της μορφής, σε εκείνον από τους εταίρους/μετόχους, που «είναι πιο ικανός να τη συνεχίσει κατά τρόπο επωφελή». Θυμίζουμε ότι και στο πλαίσιο του ισχύοντος δικαίου, νομολογία και μέρος της επιστήμης τάσσονται υπέρ της αναλογικής εφαρμογής της ΚΠολΔ 483 στο στάδιο της εκκαθάρισης ακόμη και σε προσωπικές εταιρίες, όπως η ομόρρυθμη, που διαθέτουν νομική προσωπικότητα και δεν είναι απλώς κοινωνίες. Αξίζει μάλιστα να εξαρθεί ότι οι σύνεδροι, έχοντας επίγνωση ότι μερικές φορές στην πράξη κάτι τέτοιο μπορεί να επιβάλλουν οι ίδιες οι επιταγές της καλής πίστης, ζητούν παραπέρα με ιδιαίτερα «πειστική» πλειοψηφία ο εταίρος, στον οποίο θα έχει επιδικασθεί η οικογενειακή επιχείρηση, να έχει –ανάλογα με τις περιστάσεις της συγκεκριμένης περίπτωσης προφανώς- τη δυνατότητα να καταβάλει την αποζημίωση που οφείλει στους λοιπούς δικαιούχους όχι εφάπαξ, αλλά τμηματικώς (σε δόσεις).
Με ξεκάθαρη, εξάλλου, αλλά όχι τόσο καταλυτική πλειοψηφία όσο στα αμέσως προηγούμενα ερωτήματα, διαπιστώθηκε η ανάγκη νομοθετικής παρέμβασης προς τρεις ακόμη κατευθύνσεις: Πρώτον, – κατ’ απόκλιση από τον κανόνα της ΑΚ 1166, σύμφωνα με τον οποίο «η επικαρπία είναι αμεταβίβαστη» - να προβλεφθεί δυνατότητα του επιχειρηματία να συστήσει μεταβιβάσιμη επικαρπία στις μετοχές της οικογενειακής του επιχείρησης, κάτι που θα διευκόλυνε τη χρηματοδότησή του. Δεύτερον, στις κεφαλαιουχικές οικογενειακές εταιρίες να προβλεφθεί η δυνατότητα έκδοσης μιας μορφής «χρυσής μετοχής» με αυξημένα δικαιώματα ψήφου υπέρ του ιδρυτή της, ώστε αυτός, αν επιθυμεί, να μπορεί να διατηρήσει τον έλεγχο της επιχείρησης μέχρι το θάνατό του και, τρίτον, να τύχει ειδικής νομοθετικής ρύθμισης η σχέση μελών της οικογένειας που απασχολούνται αμισθί στην επιχείρηση, όταν δεν πρόκειται για εταίρους ή μισθωτούς. Αντιθέτως, παρά το γεγονός ότι από τις οικείες εισηγήσεις καταδείχθηκε ότι το ισχύον κληρονομικό δίκαιο δεν καλύπτει ικανοποιητικά τις ανάγκες που δημιουργεί μια (έγκαιρα και καλά σχεδιασμένη) διαδοχή στην επιχείρηση, ιδίως λόγω της απαγόρευσης των κληρονομικών συμβάσεων κατ’ άρθρο 368 ΑΚ σε συνδυασμό με τον ανακλητό της διαθήκης, οι σύνεδροι αντιμετώπισαν γενικώς διστακτικά το ενδεχόμενο χαλάρωσης της απαγόρευσης των κληρονομικών συμβάσεων και ιδίως της δυνατότητας για ενδεχόμενη παραίτηση μελλοντικού κληρονόμου από το δικαίωμά του στη νόμιμη μοίρα ακόμη και όταν κληρονομείται οικογενειακή επιχείρηση (βλ. ερωτήματα με αριθ. 19 και 20 αντίστοιχα).
5. Η προτίμηση αυτή των συνέδρων για λύσεις ευέλικτες και συμβατές με τη διατήρηση καλού κλίματος στο εσωτερικό της οικογενειακής επιχείρησης, που αποτελεί προϋπόθεση εκ των ων ουκ άνευ για τη μακροημέρευσή της, εκδηλώνεται και στις απαντήσεις που δίνονται στα ερωτήματα της πέμπτης ενότητας, αναφορικά με τη σκοπιμότητα να καθιερωθεί η διαμεσολάβηση κατά την επίλυση διαφορών σχετιζόμενων με οικογενειακές επιχειρήσεις. Οι σύνεδροι, συγκεκριμένα, θεωρούν ότι η διαμεσολάβηση, και μάλιστα η υποχρεωτική, ως αναγκαίο προκαταρκτικό στάδιο πριν τη δικαστική επίλυση, είναι επωφελής τόσο σε προληπτικό στάδιο (κατά το σχεδιασμό της διαδοχής) όσο και για την επίλυση ενδεχόμενης διαμάχης που θα ξεσπάσει αναφορικά με διαδοχή.
6. Σε ό,τι αφορά τα ερωτήματα της τέταρτης ενότητας, που αναφέρονται σε θέματα φορολόγησης κατά τη διαδοχή οικογενειακής επιχείρησης, το κοινό του συνεδρίου τάχθηκε ξεκάθαρα υπέρ της ευνοϊκότερης φορολογικής μεταχείρισης, όταν η μεταβίβαση της επιχείρησης λαμβάνει χώρα όχι αιτία θανάτου, αλλά (εγκαίρως) λόγω δωρεάς/γονικής παροχής καθώς και όταν αυτή γίνεται λόγω συνταξιοδότησης του μεταβιβάζοντος γονέα (ερωτήματα 21, 22), πόσο μάλλον όταν λαμβάνει χώρα υπό τον όρο της «διακράτησης», της μη περαιτέρω δηλαδή μεταβίβασής της για ένα ελάχιστο χρονικό διάστημα.
7. Τέλος, στην έκτη ενότητα ερωτημάτων σχετικά με την οικογενειακή επιχείρηση σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η συντριπτική πλειοψηφία των συνέδρων τάχθηκε υπέρ της ανάληψης ειδικών νομοθετικών πρωτοβουλιών για τις οικογενειακές επιχειρήσεις (με ή χωρίς διακρατική δράση). Η άποψη αυτή των συνέδρων φαίνεται να βρίσκεται σε πλήρη αντιστοιχία με την ολοένα αυξανόμενη ενωσιακή πρόνοια για την επίλυση ζητημάτων σε επιχειρήσεις οι οποίες, αν και δεν ταυτίζονται ορολογικά με τις οικογενειακές, έχουν αρκετά κοινά στοιχεία με αυτές και παρουσιάζουν παρεμφερή προβλήματα (π.χ. οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις).
Νίκος Τέλλης, Καθηγητής Α.Π.Θ.
Δημήτρης Αυγητίδης, Αν. Καθηγητής Δ.Π.Θ.